Το «ύστατο χαίρε» στον Καθηγούμενο της Ιεράς Βασιλικής και Σταυροπηγιακής Μονής Μολυβδοσκεπάστου, Αρχιμ. Πατρός Θεοδώρου Διαμάντη, είπαν το Σάββατο 17 Αυγούστου μοναχοί, εκπρόσωποι του Ιερού Κλήρου, επισκέπτες και πλήθος πνευματικών του τέκνων .
Μετά από προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε τα τελευταία χρόνια ο Γέροντας Θεόδωρος εκοιμήθη σε ηλικία 77 ετών στις 16 Αυγούστου, ημέρα που η Ιερά Μονή Μολυβδοσκεπάστου εορτάζει τους κτήτορές της.
Η σορός του εναποτέθηκε για προσκύνηση στο Καθολικὸ της μονής , όπου τελέστηκε αγρυπνία και την επομένη νωρίς το απόγευμα η Eξόδιος Aκολουθία η οποία τελέστηκε στον προαύλιο χώρο της Ιεράς Μονής και έλαβαν μέρος ο εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριάρχου αρχιμανδρίτης π. Σεραφείμ, ηγούμενος της Μονής του αγίου Νικάνορος (Ζάβορδα) Γρεβενών και οι Μητροπολίτες, Καστορίας Σεραφείμ, Αιτωλίας και Ακαρνανίας Κοσμάς, Σισανίου και Σιατίστης Αθανάσιος και Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής & Κονίτσης Ανδρέας.
Ο εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριάρχου π. Σεραφείμ τόνισε την προσφορά του κεκοιμημένου ηγουμένου, μέσα από την εκκλησιαστική και μοναστηριακή του δράση, αλλά και του ανόθευτου ήθους της προσωπικότητάς του στη σύνολη Ορθοδοξία.
Στον επικήδειο λόγο του ο Μητροπολίτης Κονίτσης αναφέρθηκε στην παλαιά γνωριμία του, από τα φοιτητικά τους χρόνια, με τον μακαριστό π. Θεόδωρο, τονίζοντας τις αρετές της προσωπικότητάς του.
Παράλληλα επεσήμανε τη διάσταση του πνευματικού έργου του στη Μητρόπολη Κονίτσης, ως ιεροκήρυκα και υπεύθυνου των κατηχητικών αρχικά και ηγουμένου της Μονής Μολυβδοσκεπάστου στη συνέχεια, όπου ξετύλιξε τα χαρίσματά του είτε ως εξομολογητής είτε μέσα από διάφορα διακονήματα.
Συμπορεύτηκαν για πολλά χρόνια μαζί, πρώτα ως στενοί συνεργάτες του αοίδιμου Μητροπολίτη Σεβαστιανού, που τους προσέλκυσε και τους δύο κοντά του, και αργότερα ως Επίσκοπος ο ένας και ηγούμενος ο άλλος.
Εκ μέρους του Ηγουμενοσυμβουλίου τον αποχαιρέτισε ο αρχιμανδρίτης π. Αρσένιος Μάϊπας, μεταφέροντας αναμνήσεις και βιώματα από την ευλογημένη αναστροφή του με τον γέροντα.
Μεταξύ άλλων ανέφερε ότι «ο γέροντας ήταν ψυχή αγιασμένη.
Ήταν άνθρωπος αφιερωμένος — δοσμένος ψυχή τε και σώματι στον Θεό. Σεμνός, ειλικρινής, ανιδιοτελής, αφανής, απροσποίητος και ανεπιτήδευτος στην συμπεριφορά του. Ούτε ομόρφαινε τα λόγια του, ούτε χάϊδευε τ᾿ αυτιά κανενός.
Ήταν άνθρωπος ευθύς και ανυποχώρητος στις αρχές του. Ήταν φιλάγιος, φιλακόλουθος, άνθρωπος της Εκκλησίας, αλλά και φιλόπατρης…
Πάνω και πέρα απ᾿ όλη την πολυσχιδή δράση του, ήταν πρωτίστως ο άνθρωπος του Θεού, που ανάλωσε συνειδητά και ακούραστα τον εαυτό του στη διακονία του συγχρόνου πονεμένου ανθρώπου.
Με ελατήρια δύναμη την βαθειά του πίστη, την αταλάντευτη προσήλωσή του στις αρχές της χριστιανικής ζωής, και τον ιερό του ζήλο, επιδόθηκε από νωρίς σε πολύμοχθο ποιμαντικό και πνευματικό έργο.
Άνθρωπος αγάπης ο ίδιος, με χαρακτηριστική ταπείνωση και διάκριση, έχων τον ενοικούντα φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, μετέδιδε χαρά, θάρρος, αισιοδοξία ελπίδα και ανακούφιζε με τον παραμυθητικό του λόγο, όσους προσέτρεχαν στο πετραχήλι και στην νηπτική του σοφία. Παράλληλα έδωσε κυριολεκτικά πνοή ζωής σε πολλούς νέους ανθρώπους, που αγωνίζονταν να απεξαρτηθούν από διάφορες ουσίες».
Πρόσθεσε ακόμη: «Να καταθέσω ένα συμβάν, που έλαβε χώρα προ ετών στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Ιωαννίνων, που φανερώνει την ανύστακτη αγάπη και μέριμνα του Γέροντα, ακόμη και την ύστατη στιγμή της ζωής του, για τα πνευματικά παιδιά του.
Ο Γέροντας ήταν βαριά ασθενής· οι θεράποντες ιατροί μας προετοίμασαν για το επερχόμενο τέλος.
Τελικά ο Γέροντας θεραπεύτηκε παρ᾿ ελπίδα, και μας απεκάλυψε ότι κατά την νοσηλεία του περιήλθε σε έκσταση, είδε τους Αγγέλους του Κυρίου, που ήλθαν για να συνοδεύσουν την ψυχή κατά την εκδημία του, αλλά εκείνος με παρρησία και άκρα ταπείνωση τους παρακάλεσε να του δώσουν λίγο χρόνο ζωής ακόμη, διότι -εμείς- δεν ήμαστε προετοιμασμένοι για το γεγονός αυτό.
Πράγματι ο γέροντας συνήλθε ως εκ θαύματος και επέστρεψε στα καθήκοντά του. Εμείς τότε θαυμάσαμε την πρόνοια του Κυρίου περί ημών και παρηγορηθήκαμε με την τόση αγάπη και μέριμνα του Γέροντα».
Και κατέληξε: «Εμείς, τα πνευματικά σου παιδιά, την ιερή αυτή στιγμή, κλίνουμε το γόνυ της ψυχής και του σώματος μπροστά στο σεμνό σκήνωμά σου, ζητώντας ταπεινά και ειλικρινά, εκ βάθους καρδίας συγχώρηση για όσες φορές σε λυπήσαμε, σε στενοχωρήσαμε ή σε πληγώσαμε. Θα μείνει ανεξάλειπτα χαραγμένο στη μνήμη μας το άγιο παράδειγμά σου, όταν ταπεινωνόσουν μπροστά στους υποτακτικούς σου και μας ζητούσες ταπεινά συγγνώμη για τα αμελητέα λάθη σου».
Εκπρόσωπος της πολιτείας μετέφερε μηνύματα για την εκδημία του μακαριστού, από τον πρόεδρο της Βουλής κ.Κ.Τασούλα και τον υφυπουργού Προστασίας του Πολίτη κ.Ε.Οικονόμου.
Σε όσους παραβρέθηκαν στην εξόδια ακολουθία, δόθηκε ως ενθύμιο δίπτυχο με τη φωτογραφία του γέροντα και ένα κομποσχοίνι.
Εντύπωση προκάλεσε σε όλους από τον ιατροδικαστή μέχρι τους Ιεράρχες και τον απλό κόσμο η ευκαμψία του σώματός του.
Μάλιστα ιερέας σήκωσε στη διάρκεια της νεκρώσιμης ακολουθίας το χέρι του αλησμόνητου π. Θεοδώρου στο φέρετρο και σχημάτισε το σημείο του σταυρού μ’ αυτό πάνω του, ενώ η θερμοκρασία του, όπως βεβαιώνουν οι πιστοί, που τον ασπάστηκαν, ήταν φυσιολογική.
Και με την κοίμησή του ο π. Θεόδωρος έδωσε τη λεπτή αίσθηση της παρουσίας του Θεού ανάμεσά μας. Μας έδειξε το Θεό. Και αυτό, γιατί η καρδιά του, που πίστεψε αληθινά στον Αναστημένο Κύριο, Τον γεύτηκε μέσα της.
Σε όσους ζούσαν μαζί του αλλά και σε όσους είχαν την ευλογία να τον γνωρίσουν από κοντά θα μείνει χαραγμένος στη μνήμη και τη ψυχή τους ως ένας ενάρετος και άγιος άνθρωπος ,όπως τονίστηκε σήμερα σε όλους τους επικήδειους που εκφωνήθηκαν στον ιερό χώρο της μονής.
Ο Γέροντας Θεόδωρος τάφηκε στη Μονή δίπλα από τον τάφο του αείμνηστου Μητροπολίτη Σεβαστιανού.
Με βαθιά συγκίνηση και σεβασμό όλοι οι παρευρισκόμενοι αφού εναπόθεσαν μια χούφτα χώμα στην τελευταία του κατοικία στη συνέχεια πήραν λίγο σιτάρι σε ανάμνησή του και ακολούθησε σύμφωνα με το τυπικό η δεξίωση σε χώρο του μοναστηριού.
Ο εκλιπών
Γεννήθηκε στους Βαριάδες Ιωαννίνων το 1942 και ήταν απόφοιτος του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς και της Θεολογικής Σχολής Αθηνών. Εκάρη μοναχός και ιεροδιάκονος το 1970 και ενεγράφη στο Μοναχολόγιο της Μονής Μολυβδοσκεπάστου, ενώ ένα χρόνο αργότερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, λαμβάνοντας το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη.
Αναγνωρίζοντας ο μακαριστὸς κυρὸς Σεβαστιανὸς τις διοικητικὲς και ποιμαντικές ικανότητές του, του ανέθεσε τη διοίκηση των ιδρυμάτων της Μητροπόλεως και του Προσκυνηματικού Ιερού Ναού Αγίου Κοσμά του Αιτωλού Κονίτσης, ενώ παράλληλα του εμπιστεύθηκε έναν κομβικὸ ρόλο στη λειτουργία των κατασκηνώσεων και των κατηχητικών της μητροπόλεως. Ταυτόχρονα, ο ίδιος υπήρξε ακάματος ιεροκήρυκας και πνευματικός. Το 1988 ορίστηκε Ηγούμενος της Μονής Μολυβδοσκεπάστου, στην οποία και εγκαταβίωσε οριστικά. Το 1994 εξελέγη απὸ την αδελφότητα κανονικὸς και ισόβιος ηγούμενος, και ενθρονίστηκε απὸ τον ίδιο το Μητροπολίτη Σεβαστιανό.
Επί των ημερών του συντελέστηκε η ανασύσταση και αναμόρφωση της Μονής, η οποία πλέον αποκλήθηκε «νέα κολυμβήθρα του Σιλωάμ απὸ το μακαριστὸ Μητροπολίτη.
Πέραν όλων αυτών, ωστόσο, ο Γέροντας ήταν επίσης έμπειρος πνευματικός. Με διάθεση θυσιαστική, αγάπη ανυπόκριτη και διακριτικό λόγο παραμυθίας, ανακούφισε αμέτρητες ψυχές λαϊκών και κληρικών. Ο μακαριστός κυριολεκτικά, ανάλωσε τον εαυτό του στην αγαπητικὴ διακονία των συνανθρώπων του.
Πηγές: Romfea.gr, Epirus-tv-news.gr